

Ελκος δωδεκαδακτύλου
Το δωδεκαδακτυλικό έλκος είναι μια βλάβη (πληγή) στον βλεννογόνο του δωδεκαδακτύλου – το πρώτο τμήμα του λεπτού εντέρου μετά από το στομάχι. Η βλάβη μπορεί να είναι είτε επιφανειακή είτε βαθύτερη. Στατιστικά, περισσότεροι άνδρες παρά γυναίκες προσβάλλονται από τη νόσο. Τα έλκη του δωδεκαδακτύλου εμφανίζονται πιο συχνά από τα έλκη στομάχου. Χαρακτηριστικό και των δύο τύπων ελκών είναι ότι τα συμπτώματα και ο πόνος εμφανίζονται σε σχέση με την πρόσληψη τροφής, ωστόσο με τα δωδεκαδακτυλικά έλκη εμφανίζονται συχνά με άδειο στομάχι (άλγος πείνας) ή τη νύχτα και τα συμπτώματα βελτιώνονται προσωρινά μετά την πρόσληψη τροφής. Το δωδεκαδακτυλικό έλκος εντοπίζεται τυπικά στο άνω μέρος του δωδεκαδακτύλου.
Αιτίες και Κίνδυνοι
Η εμφάνιση δωδεκαδακτυλικού έλκους μπορεί να έχει πολλές αιτίες, ωστόσο η χρόνια λοίμωξη με το βακτήριο Helicobacter pylori είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που την προκαλούν. Συνήθως μια ανισορροπία στη σχέση μεταξύ των προστατευτικών παραγόντων με τους οποίους ο στόμαχος αυτοπροστατεύεται από την επίδραση του γαστρικού οξέος (βλέννη, διττανθρακικά, προσταγλανδίνες) και επιθετικών στοιχείων όπως το οξύ του στομάχου, οι πρωτεάσες και η φλεγμονή είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη δωδεκαδακτυλικού έλκους. Άλλα αίτια είναι κυκλοφορικές διαταραχές του εντερικού τοιχώματος, η λήψη φαρμάκων (ιδιαίτερα μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών) ή έντονο σωματικό stress (π.χ. μια σοβαρή πάθηση).
Τα έλκη του δωδεκαδακτύλου μπορεί να σχετίζονται με επιπλοκές, όπως αιμορραγία (μαύρα κόπρανα, καφεοειδής ή αιμορραγικός έμετος) και διάτρηση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή του περιτοναίου (περιτονίτιδα).
Εξέταση και Διάγνωση
Σε περίπτωση επίμονης ενόχλησης θα πρέπει να γίνει γαστροσκόπηση για να διευκρινιστεί το αίτιο. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης μπορούν να ληφθούν δείγματα (βιοψίες) από περιοχές με ύποπτη όψη για πρόσθετες ιστολογικές εξετάσεις, αλλά και για διάγνωση της ύπαρξης ή όχι του βακτηρίου Helicobacter pylori. Στη λεγόμενη ταχεία δοκιμασία ουρεάσης (CLO-test), dείγμα ιστού έρχεται σε επαφή με ένα υλικό που περιέχει ουρία. Εάν υπάρχουν βακτήρια στο υλικό της βιοψίας, η ουρεάση που έχει το βακτήριο διασπά την ουρία και το υλικό αλλάζει χρώμα. Ένας άλλος μη επεμβατικός τρόπος ανίχνευσης του βακτηρίου Helicobacter pylori είναι το τεστ αναπνοής 13C-ουρίας. Σε αυτό, ο ασθενής πίνει ένα διάλυμα με ουρία σεσημασμενη με C13. Το διοξείδιο του άνθρακα με σεσημασμενο άνθρακα που απελευθερώνεται από τη βακτηριακή ουρεάση μετά τη διάσπαση μπορεί να ανιχνευθεί στον εκπνεόμενο αέρα, δίνοντας μια ένδειξη της παρουσίας του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού.
Θεραπεία
Εάν ανιχνευθεί το βακτήριο του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού, είναι απαραίτητη η λεγόμενη θεραπεία εκρίζωσης. Αυτό περιλαμβάνει έναν συνδυασμό δύο αντιβιοτικών και ενός αντιεκκριτικού φαρμακου. Η επιλογή των κατάλληλων φαρμάκων επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες (αντιβιοτική θεραπεία στο ιατρικό ιστορικό ή αναμενόμενη αντίσταση). Η θεραπεία εκρίζωσης γενικά οδηγεί στην επιτυχή εξάλειψη των βακτηρίων και προστατεύει από την εμφάνιση νέων ελκών του δωδεκαδακτύλου.
Η μορφή του έλκους του δωδεκαδακτύλου που δεν προκαλείται από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιεκκριτικά φάρμακα που ρυθμίζουν/περιορίζουν την παραγωγή οξέος από το στόμαχο και επιταχύνουν την επούλωση του έλκους. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, η υπερκατανάλωση καφεϊνης και η πικάντικη, πλούσια σε λίπος διατροφή θα πρέπει ν’ αποφεύγονται. Η χειρουργική επέμβαση συνήθως δεν είναι πλέον απαραίτητη στην εποχή μας, ωστόσο οι επιπλοκές (π.χ. διάτρηση του στομάχου) μπορεί να οδηγήσουν σε επείγουσα χειρουργική επέμβαση.
Πορεία και Πρόγνωση
Μετά από επιτυχή θεραπεία το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού είναι σπάνιο να επαναμολύνει τον άνθρωπο. Το ποσοστό επιτυχίας της θεραπείας εκρίζωσης είναι περίπου 90%. Στο πλαίσιο της συντηρητικής θεραπείας, η τήρηση μιας δίαιτας, η αποχή από τη νικοτίνη και το αλκοόλ, και η λήψη αντιεκκριτικών σκευασμάτων ως γαστροπροστασία όταν απαιτείται (π.χ. λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων) θα οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη θεραπευτική επιτυχία.